Εγώ θυμούμαι παλιά όταν πήγαινα με ένα γείτονα κυνήγι στον Αγ. Μηνά, ήταν περίοδος του ενδημικού αλλά πηγαίναμε για τζίκλες, στεκόμουν απέναντι του τζιαι έπαιζα τζίκλες, τζίνος στην άκρη ενός βουνού τζαι πίσω του ξεκινούσε ίσιωμα. Ο γείτονας ήταν νέος κυνηγός και είχε 3-1 όπλο. Σε μια φάση βλέπω πίσω του τον λαό να βουρά φωνάζω του λαός πίσω σου, θωρώ τον γυρίζει αλλό νάκκο να του ππέσει το όπλο που την σιασιούρα, νταγκ ντακγ θωρώ 2 καπνούς πίσω που τον λαό τζιαι ο λαός να χάνεται. Εν το μεταξύ απόσταση που τζίνον αν ήταν 10 μέτρα. Ενευρίασε, έπιασε το όπλο επήε στο αυτοκίνητο έβαλε το τζιαι εξάπλωσε δίπλα να τζιμηθεί μέχρι να βαρεθούμε τζαι να φύουμε, λαλεί μας δεν ξαναπάει κυνήγι, τζιαι εμείς τα γνωστά δεν πειράζει τζιαι ξέρω γω, τζίνος ήταν σε απελπισία.
Με χίλια 2 ζόρκα τον επείσαμε να πάμε ξανά στην ίδια τοποθεσία την επόμενη εβδομάδα, αστειέφκουμεν τον λαλούμεν του αν δει τον λαό τούντη φορά να του σύρει τζιαι τον σιηπέττο αν δεν ππέσει με τες χαρτούτσιες. Καλά περιπέζετε λαλεί μας. Επαίζαμεν τζίκλες πάλε στα ίδια πόστα τζαι έπαιξεν μια τζιαι επήε να την πιάσει τζιαι δεν τον έβλεπα πίσω που ένα θάμνο. Πίσω που τον θάμνο ακούω ένα νταγκ μόνο τζιαι μετά " ΕΛΑ ΔΑ ΡΕ ΚΑΡΑΚΙΟΖΗ ΠΟΥ ΕΝΝΑ ΠΑΕΙΣ, ΕΓΛΙΠΠΑΡΕΣ ΜΙΑ ΦΟΡΑ, ΜΑ ΤΟΥΤΗΝ ΟΙ", λαλώ όπας, θωρώ τον γείτονα μου να εμφανίζεται με κρεμμασμένο το λαό τζιαι να μου λαλεί έλα να δεις ήνταλως παίζουν τους λαούς. Πάω κοντά του, θωρώ μια τρύπα ίσια με ένα πορτοκάλι πάνω στο λαό, λαλώ του μα τι του έσυρες, της τζίκλας λαλεί μου, θωρώ το όπλο του ο επιλογέας στο 1 πρώτα, πάνω στην φάση που επήε να βάλει χαρτούτσιες που έπαιξε την τζίκλα εγύρισε τον επιλογέα στο 1. Έφαντην ούλλην ο λαός.