ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΛΕΠΟΥΣ

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
Savvas
Full Member
Δημοσιεύσεις: 389
Εγγραφή: 09 Αύγ 2010, 12:42
Τοποθεσία: Λεμεσός

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΛΕΠΟΥΣ

Δημοσίευση από Savvas »

Η αρπακτικότητα της αλεπούς και μέθοδοι διαχείρισης των πληθυσμών της


Περίληψη

Η αλεπού (Vulpes vulpes) είναι ένας ευρυφάγος περιστασιακός άρπαγας με μεγάλη ποικιλία ειδών στο διαιτολόγιο του. Στην Κύπρο βρίσκεται στο ψηλότερο σκαλοπάτι της τροφικής αλυσίδας, χωρίς φυσικούς εχθρούς. Τα τελευταία χρόνια ο πληθυσμός της έχει αυξηθεί πάρα πολύ, σε σημείο που προκαλούνται μεγάλες ζημιές τόσο στην κτηνοτροφία όσο και στη θηραματοπονία. Επιπρόσθετα, η αλεπού αποτελεί σοβαρό άρπαγα για αρκετά απειλούμενα είδη. Παρόλα αυτά, το Τμήμα Περιβάλλοντος, ως η αρμόδια υπηρεσία για τη διαχείριση της αλεπούς, δεν εφαρμόζει κανένα μέτρο για έλεγχο του πληθυσμού της αλεπούς.

Σύμφωνα με διεθνή βιβλιογραφία υπάρχουν αρκετές μέθοδοι, άμεσες και έμμεσες, με τις οποίες μπορεί να ελεγχθεί ο πληθυσμός της αλεπούς. Στις άμεσες τεχνικές μείωσης της αρπακτικότητας της αλεπούς περιλαμβάνονται η παγίδευση, η στείρωση, ο πυροβολισμός, το κυνήγι και η δηλητηρίαση. Στις έμμεσες τεχνικές περιλαμβάνονται η υποβάθμιση του ενδιαιτήματος της αλεπούς, η προσφορά εναλλακτικής λείας, η σωστή διαχείριση των αγροτικών ζώων και η χρήση κατάλληλης απωθητικής γεύσης.

Λέξεις κλειδιά: Αλεπού, διαχείριση αρπάγων, άμεσες και έμμεσες τεχνικές μείωσης αρπακτικότητας



Εισαγωγή

Σε αρκετές περιπτώσεις οι άρπαγες επιδρούν ευεργετικά στους πληθυσμούς της λείας τους καθώς βοηθούν στην απομάκρυνση των αδύναμων ατόμων (Moller and Erritzoe, 2000), ωστόσο πάρα πολλές φορές η λήψη μέτρων για τη μείωση του πληθυσμού τους κρίνεται απολύτως αναγκαία (Fall και Jackson, 2002). Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της εφαρμογής διαφόρων προγραμμάτων που αποσκοπούν στην μείωση των πληθυσμών άγριων ζώων, όπως για παράδειγμα ένα πρόγραμμα που στοχεύει στη μείωση ενός άρπαγα ο οποίος θανατώνει απειλούμενα και θηρεύσιμα είδη, προκαλεί ζημιές στην αγροτική παραγωγή και ενδέχεται να μεταδίδει επικίνδυνα για την υγεία του ανθρώπου νοσήματα (π.χ. λύσσα).

Ένα από τα κυριότερα είδη για το οποίο εφαρμόζονται προγράμματα διαχείρισης σε πολλές χώρες είναι η αλεπού (Vulpes vulpes) (Saunders et al., 1995). Είναι αποδεδειγμένο ότι η αρπακτικότητα της αλεπούς μπορεί να έχει αρκετές δυσμενείς επιδράσεις, με κυριότερες την εξαφάνιση απειλούμενων ειδών (Sinclair et al. 1998), την μείωση του θηραματικού πλούτου (Reynolds and Tapper, 1996, Tapper et al., 1996), καθώς επίσης και ζημιές στην ορνιθοτροφία (Stahl et al., 2002) και την προβατοτροφία (Greentree et al., 2000).

Στην Κύπρο η αλεπού δεν έχει φυσικούς εχθρούς με αποτέλεσμα να παρατηρείται ευρεία εξάπλωση της, καθώς επίσης και ψηλή αφθονία στους πληθυσμούς της καθώς παρουσιάζει μεγάλη προσαρμοστική ικανότητα. Σύμφωνα με καταμετρήσεις που έγιναν από την Υπηρεσία Θήρας και Πανίδας το 2013 (Δελτίο Τύπου, 30/9/2013) οι πληθυσμοί της αλεπούς παρουσιάζουν αύξηση 17% σε σύγκριση με το 2012, σημειώνοντας το μεγαλύτερο πληθυσμό που έχει καταγραφή ποτέ. Επομένως κρίνεται αναγκαίο να διερευνηθούν διάφορες τεχνικές που χρησιμοποιούνται διεθνώς για τη μείωση της αρπακτικότητας της αλεπούς.



Τεχνικές άμεσης μείωσης

Για την επιλογή της καταλληλότερης τεχνικής θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η φυσιογνωμία της περιοχής, καθώς επίσης και τα είδη των άγριων και αγροτικών ζώων που διαβιούν σε αυτή (Saunders et al., 1995). Συνήθως επιλέγονται περισσότερες από μία τεχνικές. Στην Αμερική η πιο κοινή τεχνική είναι η δηλητηρίαση, στην Αυστραλία ο πυροβολισμός και στην Ευρώπη η παγίδευση (Saunders et al., 1995)
Δηλητηρίαση

Σύμφωνα με τους Saunders et al. (1995), η δηλητηρίαση αποτελεί την αποδοτικότερη τεχνική για μείωση του πληθυσμού της αλεπούς. Σε μελέτες που έγιναν στην Αυστραλία βρέθηκε ότι η χρήση δολωμάτων με φθορικό νάτριο επέφερε μείωση στον πληθυσμό της αλεπούς από 69,5% έως και 95% (Thomson et al., 1998). Σε χώρες όπως η Αυστραλία παρατηρείται ευρεία εφαρμογή της πρακτικής αυτής (Saunders et al., 1995). Στην Ευρώπη ωστόσο, η χρήση δολωμάτων με δηλητήριο απαγορεύεται ρητά, καθώς μπορεί να προκαλέσει θνησιμότητα σε είδη μη-στόχους (Οδηγία 92/43/ΕΟΚ).

Πυροβολισμός

Η τεχνική του πυροβολισμού βρίσκει ευρεία εφαρμογή στη Μεγάλη Βρετανία. Για καλύτερη αποτελεσματικότητα χρησιμοποιούνται ραβδωτά όπλα κατά τη διάρκεια της νύχτας με τη βοήθεια προβολέα από όχημα (Reynolds and Tapper, 1996). Τα ψηλά χόρτα, οι μεγάλοι θάμνοι και το έντονο ανάγλυφο είναι μερικοί από τους παράγοντες που καθιστούν την συγκεκριμένη τεχνική μη αποδοτική για το λόγο ότι μειώνουν την ορατότητα για ένα επιτυχημένο πυροβολισμό. Στην Κυπριακή Δημοκρατία απαγορεύεται αυστηρά η χρήση ραβδωτού όπλου.

Κυνήγι

Σε αρκετές χώρες εφαρμόζεται το κυνήγι ως ένας από τους τρόπους ελέγχου των πληθυσμών της αλεπούς. Ωστόσο, η συχνή αναπαραγωγή και η μεγάλη διασπορά των νεαρών αλεπούδων καλύπτουν γρήγορα τα κενά που αφήνουν τα θηρευθέντα άτομα, με αποτέλεσμα να καθιστούν το κυνήγι μη αποτελεσματική λύση για τη μείωση των ζημιών των αλεπούδων (Saunders et al., 1995). Επιπλέων, στις πλείστες των περιπτώσεων και ειδικά στην Κύπρο, η αλεπού δεν παρουσιάζει θηρευτικό ενδιαφέρον, με αρκετούς λαγοκυνηγούς μάλιστα να την αποφεύγουν έτσι ώστε τα σκυλιά τους να παραμείνουν προσηλωμένα στο κυνήγι του λαγού.

Παγίδευση

Σύμφωνα με την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας και τον Κανονισμό 3254/91 για την απαγόρευση της χρήσης παγίδων με σιαγόνες…, για σκοπούς παγίδευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση επιτρέπεται η χρήση των θηλιών ποδιού (leg snare), των παγίδων λαιμού με στοπ (stopped neck snare) και των παγίδων κλουβιών (cage or box trap).

Συνήθως οι παγίδες τοποθετούνται σε περάσματα-μονοπάτια και σε μέρη που επισκέπτεται η αλεπού όπως για παράδειγμα μέρη με ψοφίμια (Sharp and Saunders, 2004). Σημαντική κρίνεται η παρακολούθηση των παγίδων σε καθημερινή βάση έτσι ώστε να αποφευχθούν τυχών τραυματισμοί στα ζώα από την παρατεταμένη παγίδευση (Fleming et al., 1998).

Στείρωση

Η πρόκληση στειρότητας θεωρητικά μπορεί να μειώσει του πληθυσμούς της αλεπούς καθώς ο πληθυσμός ενός είδους είναι άμεσα συνδεδεμένος με την αναπαραγωγική του ικανότητα. Η στείρωση θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη χρήση δολωμάτων με χημικές ουσίες, βακτηριδίων σαλμονέλας και διαφόρων ιόν (Strive et al., 2007) έτσι ώστε να μειωθεί η αναπαραγωγική ικανότητα των αλεπούδων και κατ’ επέκταση και οι πληθυσμοί της.



Τεχνικές έμμεσης μείωσης

Τα τελευταία χρόνια λόγω κυρίως των κινδύνων που διατρέχουν τα είδη μη-στόχοι από της τεχνικές άμεσης μείωσης, έχει γίνει πολύ έντονη η ανάγκη ανεύρεσης αποτελεσματικών αλλά μη θανατηφόρων τεχνικών για τη διαχείριση του πληθυσμού της αλεπούς.

Υποβάθμιση του ενδιαιτήματος της αλεπούς

Η δομή της βλάστησης και το ανάγλυφο της περιοχής επηρεάζει την αποτελεσματικότητα της αλεπούς στην ανεύρεση της λείας της. Η ετερογένεια της δομής της βλάστησης που παρατηρείται γύρω από μία φωλιά δύναται να αυξήσει το χρόνο που χρειάζεται η αλεπού για να την εντοπίσει με αποτέλεσμα να μειώνονται οι θηρευμένες φωλιές (Bowman and Harris, 1980). Επίσης, η καταστροφή των θέσεων που χρησιμοποιεί η αλεπού για κάλυψη, όπως για παράδειγμα τα πυκνά και εκτεταμένα βάτα, την αναγκάζει να αυξήσει το εύρος της κατοικίας της με αποτέλεσμα να μειώνεται η πυκνότητα της στην συγκεκριμένη περιοχή (White, 2005).
Προσφορά εναλλακτικής λείας

Η επιλογή της λείας ενός άρπαγα καθορίζεται κυρίως από το λόγο του κόστους της προσπάθειας σύλληψης προς το ενεργειακό όφελος που του προσφέρει η συγκεκριμένη τροφή. (Jimenez and Conover, 2001). Η προσφορά εναλλακτικής λείας στο εύρος της κατοικίας του άρπαγα μπορεί να τροποποιήσει της τεχνικές αναζήτησης και επιλογής της τροφής του, να αλλάξει τις θέσεις διατροφής ή ακόμη και να αυξήσει την παρουσία του άρπαγα στις θέσεις προσφοράς της εναλλακτικής λείας λόγω της εσωτερικής μετακίνησης και της αύξησης της αναπαραγωγικής επιτυχίας.
Η τεχνική αυτή ωστόσο μπορεί να επιφέρει και αρνητικά αποτελέσματα ειδικά αν εφαρμοστεί σε περιοχές που χρησιμοποιούνται έντονα από τα αγροτικά ζώα και τα θηράματα, ειδικότερα την εποχή που είναι περισσότερο ευάλωτα στην αρπακτικότητα. Αντίθετα, η τεχνική αυτή μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα στις περιπτώσεις που θέλουμε να απομακρυνθεί η αλεπού από τις σημαντικές περιοχές για τα αγροτικά ζώα και τα θηράματα.

Διαχείριση αγροτικών ζώων

Η σωστή επιτήρηση και φύλαξη των αγροτικών ζώων συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στη μείωση των ζημιών που οφείλονται στους άρπαγες. Αυτό προϋποθέτει βέβαια, χρησιμοποίηση πρόσθετου εργατικού δυναμικού για την επιτήρηση των κοπαδιών ή ακόμη και κατασκευή ειδικού φράκτη που να αποκλείει την είσοδο της αλεπούς. Φυσικά, όσο αυξάνεται το μέγεθος του κοπαδιού, η απόσταση από οικιστικές περιοχές, η εγγύτητα σε δασική βλάστηση και ο αριθμός των ψοφιμιών που εγκαταλείπονται στην ύπαιθρο τόσο αυξάνουν και οι ζημιές από τους άρπαγες (Mech et al., 2000).

Χρήση απωθητικής γεύσης

Η τεχνική της απωθητικής γεύσης στηρίζεται στο γεγονός ότι η κατανάλωση τροφής με άσχημη γεύση μπορεί να προκαλέσει έντονη αποστροφή στη συγκεκριμένη τροφή. Η τεχνική αυτή προϋποθέτει τη χρήση διαφόρων χημικών ουσιών, όπως για παράδειγμα το χλωριούχο λίθιο, σε δολώματα από κρέας αγροτικών ζώων και θηραμάτων, ουσίες οι οποίες εκτός της άσχημης γεύσης οδηγούν και σε έντονη αδιαθεσία (Gustavson et al., 1976). Ωστόσο, από τις εκτενείς δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν μέχρι στιγμής φαίνεται ότι η τεχνική αυτή δεν επιφέρει ικανοποιητικά αποτελέσματα στην μείωση της αρπακτικότητας (Linnell, 2001).



Συμπεράσματα - προτάσεις

Η ανάγκη διαχείρισης των πληθυσμών της αλεπούς στην Κύπρο φαίνεται να είναι αδήριτη ανάγκη, όχι μόνο για την προστασία των απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών, των αγροτικών ζώων και του θηραματικού πλούτου, αλλά επίσης και για την προστασία της δημόσιας υγείας από μία ενδεχόμενη μόλυνση των αλεπούδων από τον ιό της λύσσας.

Από τις άμεσες τεχνικές μείωσης της αρπακτικότητας της αλεπούς που μελετηθήκαν, αυτή που θα μπορούσε να επιφέρει τα καλύτερα αποτελέσματα υπό τις περιστάσεις, φαίνεται να είναι η παγίδευση, δεδομένου βέβαια ότι εφαρμοσθεί από εκπαιδευμένο και έμπειρο προσωπικό, εφοδιασμένο με τον κατάλληλο εξοπλισμό. Επίσης, τα δολώματα με ουσίες που προκαλούν στειρότητα αποτελεί μία πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση που χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.

Οι έμμεσες τεχνικές μείωσης της αρπακτικότητας της αλεπούς αποτελούν μια νέα πρόκληση σε ότι αφορά την προστασία των απειλούμενων ειδών και θηραμάτων. Από αυτές που έχουν μελετηθεί φαίνεται ότι η διαχείριση του ενδιαιτήματος και η διαφοροποίηση της πυκνότητας της αλεπούς μπορεί να επιφέρουν σημαντικά οφέλη.

Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό η οποιαδήποτε ενέργεια να εντάσσεται στα πλαίσια ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού, ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη όλα τα ενδεχόμενα προβλήματα που μπορεί να προκύψουν.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Bowman, G.C. and L.D. Harris. 1980. Effect of spatial heterogeneity on ground-nest predation. J. Wildl. Manage., 44: 806-813

Fall, M.W., Jackson, W.B., 2002. The tools and techniques of wildlife damage management-changing needs: an introduction. Int. Biodeter. Biodegr. 49, 87-91.

Fleming, P., L.R. Allen, M.J. Berghout, P.D. Meek, P.M. Pavlov, P. Stevens, K. Strong, J.A. Thompson and P.C. Thomson. 1998. The performance of wild canid traps in Australia: Efficiency, selectivity and trap related injuries. Wildlife Research, 25: 327–38.

Greentree, C., G. Saunders, L. McLeod and J. Hone. 2000. Lamb predation and fox control in south-eastern Australia. J. Applied Ecology 37, 935–943.

Gustavson, C.R., D.J. Kelly, M. Sweeney and J. Garcia. 1976. Prey lithium aversions. I. Coyotes and wolves. Behavioral Biology, 17:61-72.

Jimenez, J. E., and M. R. Conover. 2001. Ecological approaches to reduce predation on ground-nesting gamebirds and their nests. Wildlife Society Bulletin, v. 29, no. 1, p. 62-69

Linnell, J.C.D. 2001. Taste aversive conditioning: a comment. Carnivore Damage Prevention News, 2: 4-5.

Mech, L.D., E.K. Harper, T.J. Meier and W.J. Paul. 2000. Assessing factors that may predispose Minnesota farms to wolf depredations on cattle. Wildlife Society Bulletin, 28:623 629.

Moller, A.P. and J. Erritzoe. 2000. Predation against birds with low immunocompetence. Oecologia 122: 500-504.

Reynolds, J.C. and S.C. Tapper. 1996. Control of mammalian predators in game management and conservation. Mamm. Rev. 26:127-156.

Saunders, G., B. Coman, J. Kinnear and M. Braysher. 1995. Managing vertebrate pests: foxes. Bureau of Resource Sciences, Commonwealth of Australia, Canberra.

Stahl, P., S. Ruette and L. Gros. 2002. Predation on free-ranging poultry by mammalian and avian predators: field loss estimates in a French rural area. Mammal Review, 32, 227–234.

Sharp, T. and G. Saunders. 2004. FOX006 Trapping of foxes using cage traps. NSW Department of Primary Industries and Department of Environment and Heritage.

Strive, T., Hardy, C.M., and Reubel, G.H. (2007) Prospects for immunocontraception in the European red fox (Vulpes vulpes). Wildlife Research 34, 523–529.

Tapper, S.C., G.R. Potts and M.H. Brockless. 1996. The effect of an experimental reduction in predation pressure on the breeding success and population density of grey partridges Perdix_perdix. J. Appl. Ecol. 33: 965–978.

Thomson, P., N. Marlow, K. Rose and N. Kok. 1998. The Effectiveness of Large-scale Fox Baiting and BufferZones in Western Australia, p. 289–293. In: 11th Australasian Vertebrate Pest Conference, Agriculture Western Australia, Bunbury, Australia.

White, J. 2005. An assessment of habitat manipulation as a fox control strategy. National Feral Animal Control Program. Deakin University. 30 pp.

Δελτίο τύπου για την κατάσταση των θηραμάτων (2013, 30 Σεπτεμβρίου) Υπηρεσία Θήρας και Πανίδας, Ανάκτηση από:
http://www.moi.gov.cy/moi/Wildlife/wild ... enDocument

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3254/91 του Συμβουλίου της 4ης Νοεμβρίου 1991 για την απαγόρευση της χρήσης παγίδων με σιαγόνες και της εισόδου στην Κοινότητα γουνών και μεταποιημένων προϊόντων από ορισμένα είδη άγριων ζώων καταγωγής χωρών όπου συλλαμβάνονται με παγίδες με σιαγόνες ή με μεθόδους που δεν είναι σύμφωνες με τα διεθνώς συμφωνηθέντα πρότυπα μη βάναυσης παγίδευσης

ΟΔΗΓΙΑ 92/43/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 21ης Μαΐου 1992 για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (EE L 206 της 22.7.1992, σ. 7)

Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια του μαθήματος "Μοριακή και Εφαρμοσμένη Οικολογία" της Σχολής Γεωπονικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου, από τους υποψήφιους διδάκτορες κκ Κώστα Μιχαήλ και Σάββα Κωνστανίνου. Η αναδημοσίευση του κειμένου ή μέρους αυτού, γίνεται μόνο με τη σύμφωνη γνώμη των συγγραφέων.
Δώσε μου τη δύναμη ν' αλλάξω αυτά που μπορούν να αλλαχθούν, δώσε μου το κουράγιο ν' αντέξω εκείνα που δεν μπορούν να αλλαχθούν, και δώσε μου τη σοφία για να διακρίνω ανάμεσα σ' αυτά τα δυο.
Απάντηση

Επιστροφή στο “ΚΟΡΑΚΟΕΙΔΗ - ΕΠΙΒΛΑΒΗ”